Καρτέλ ρυμούλκησης πλοίων στη Θεσσαλονίκη: Προς εκδίκαση βαίνει η υπόθεση εκβίασης ναυτικών πρακτορείων στο λιμάνι
Λόγω παρελεύσεως του ωραρίου, την περασμένη Τετάρτη, αναβλήθηκε η δίκη των 21 κατηγορούμενων για την εκβίαση ναυτικών πρακτορείων σχετικά με τη ρυμούλκηση μεγάλων πλοίων στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Σχεδόν 5,5 χρόνια μετά τις συλλήψεις που έγιναν τον Οκτώβριο του 2019 και άλλη μία αναβολή που προηγήθηκε, η υπόθεση βαίνει προς την εκδίκαση της. Η νέα δικάσιμος ορίστηκε για τις 28 Απριλίου.
ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΟΥΛΗΣ
Στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων παραπέμφθηκαν να δικαστούν τέσσερις εφοπλιστές και 6 εκτελεστικά στελέχη εταιρειών με ρυμουλκά, ο (τότε) κεντρικός λιμενάρχης Θεσσαλονίκης, ναυτιλιακοί πράκτορες και 6 πλοηγοί. Κατηγορούνται για εκβίαση, δωροληψία – δωροδοκία υπαλλήλου και για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, κατά περίπτωση.
Με βούλευμα, όλοι οι κατηγορούμενοι απαλλάχθηκαν για το αδίκημα της εγκληματικής οργάνωσης ενώ το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης αποφάσισε να αναστείλει την ποινική δίωξη ως προς τις παραβάσεις του νόμου περί ελεύθερου ανταγωνισμού καθώς οι εμπλεκόμενοι εφοπλιστές, που είχαν δημιουργήσει καρτέλ, συμφώνησαν να καταβάλουν σημαντικά πρόστιμα.
Μεθοδολογία δράσης
Σχετικά με τη μεθοδολογία δράσης των εμπλεκομένων, στο παραπεμπτικό βούλευμα περιγράφεται ότι: Στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης λειτουργούσαν 5 εταιρείες οι οποίες είχαν ως αντικείμενο τη ρυμούλκηση όλων των πλοίων που δραστηριοποιούνται στην περιοχή αρμοδιότητας του πλοηγικού σταθμού. Στις εταιρείες αυτές απευθύνονται τα ναυτικά πρακτορεία, για λογαριασμό των πλοιοκτητριών εταιρειών, προκειμένου να μισθώσουν τον υποδεικνυόμενο από τους πλοηγούς αριθμό πλοίων, τα οποία κρίνονται «αναγκαία» για την εκτέλεση της ενδεικνυόμενης ρυμουλκικής εργασίας.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, οι τέσσερις εμπλεκόμενοι εφοπλιστές είχαν στήσει καρτέλ για τη ρυμούλκηση μεγάλων πλοίων στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Σε συνεννόηση με τους πλοηγούς, απαιτούσαν τη συνδρομή περισσότερων ρυμουλκών από όσα ήταν απαραίτητα για τον ελλιμενισμό κάθε πλοίου, υποχρεώνοντας τις πλοιοκτήτριες εταιρείες να καταβάλουν περισσότερα χρήματα. Συνήθως χρησιμοποιούσαν τέσσερα ρυμουλκά αντί για δύο ή τρία.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα και τη δημιουργία αθέμιτου ανταγωνισμού σε βάρος της άλλης εταιρείας που δεν διέθετε τον απαραίτητο αριθμό ρυμουλκών και η οποία αναγκάστηκε να βάλει λουκέτο. Ο συγκεκριμένος εφοπλιστής – ιδιοκτήτης της εταιρείας που έκλεισε – κατέθεσε ότι υπέστη ζημιά με απώλεια των εσόδων της εταιρείας του που συνεπάγεται αντίστοιχη αύξηση των εσόδων των ανταγωνιστών του, καθώς πλέον έχουν το μονοπώλιο στα ρυμουλκά πλοία στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Η 5η εταιρεία εξαναγκάστηκε σε οριστική παύση των εργασιών της, την 12η Ιουνίου 2019.
Ακολούθησε σχετική καταγγελία στην Υποδιεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων Βορείου Ελλάδος και η υπόθεση πήρε τον δρόμο της δικαιοσύνης. Από την άρση απορρήτου των τηλεφωνικών επικοινωνιών και τη χρήση συσκευών καταγραφής ήχου και εικόνας προέκυψε η εμπλοκή των κατηγορουμένων.
Χρηματικά ανταλλάγματα
Με τα ίδια μέσα καταγράφηκε και η δραστηριότητα του Κεντρικού Λιμενάρχη Θεσσαλονίκης ο οποίος στις τηλεφωνικές συνομιλίες αποκαλούνταν και «Θείος» ή «Φαλάκρας» ή «Καράφλας» και φέρεται ότι χρηματιζόταν για να κάνει… τα στραβά μάτια. Ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος φέρεται πως παρείχε άμεση συνδρομή στους φυσικούς αυτουργούς της εκβίασης, δηλαδή στους πλοηγούς.
Δέκα από του κατηγορούμενους- οι τέσσερις ιδιοκτήτες και 6 στελέχη των εταιρειών ρυμούλκησης- φέρονται πως κατέβαλαν στον λιμενάρχη μηνιαία ανταλλάγματα, τουλάχιστον 800- 1000 ευρώ, προκειμένου να παρέχει στήριξη στις παράνομες ενέργειες της πλοηγικής υπηρεσίας. Ο ίδιος φέρεται ότι έλαβε συνολικά 43.200 ευρώ, από τον Ιούλιο του 2017 έως τον Σεπτέμβριο του 2019.
Όπως αναγράφεται στο παραπεμπτικό βούλευμα, οι υπάλληλοι της πλοηγικής υπηρεσίας ζητούσαν και ελάμβαναν από τις τέσσερις εταιρείες ρυμούλκησης μηναία ανταλλάγματα τουλάχιστον 2000 ευρώ. Χρέωναν από 150 έως 300 ευρώ για κάθε ρυμούλκηση, εκτός από όσα χρήματα καταβάλλονταν πάγια για πρόσθετες εξυπηρετήσεις όπως τον καθορισμό προτεραιότητας εισόδου – εξόδου των πλοίων στο λιμάνι, την παράλειψη διενέργειας ελέγχων αναφορικά με το φορτίο του πλοίου ή τα στοιχεία ελλιμενισμού του. Ζητούσαν χρήματα από συνολικά 21 ναυτικά πρακτορεία. Οι 6 κατηγορούμενοι φέρονται ότι έλαβαν τουλάχιστον 27.600 ευρώ για το έτος 2018 και 20.700 για το έτος 2019 έως τη σύλληψη τους.
Τέσσερις κατηγορούμενοι – ο λιμενάρχης και τρεις πλοηγοί- παραπέμφθηκαν να δικαστούν και για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες καθώς φέρονται ότι με τα χρήματα, που λάμβαναν παράνομα, προχώρησαν σε αγορές αυτοκινήτων και τουλάχιστον ενός ακινήτου.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ KARFITSA